- αφαιριέμαι
- αφαιριέμαι, αφαιρέθηκα, αφηρημένος βλ. πίν. 63
και πρβλ. αφαιρούμαι
——————Σημειώσεις:αφαιρούμαι – αφαιριέμαι : αποσπώμαι από το περιβάλλον, δε συγκεντρώνομαι σ' αυτό που γίνεται γύρω μου.Η μτχ. αφηρημένος χρησιμοποιείται ως επίθετο (αφηρημένος μαθητής, αφηρημένο ύφος → που δείχνει αφηρημάδα, αφηρημένη τέχνη → που δεν απεικονίζει με άμεσο τρόπο την αισθητή πραγματικότητα κτλ.).
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.